Αθενάκη Δήμητρα
Γεννήθηκα το 1966. Έγραφα πάντα προσπαθώντας να ξεράσω στο χαρτί ότι με βασάνιζε και πονούσε. Έξορκιζα έτσι το κακό όταν δεν ήταν δίπλα μου οι κολλητές μου να με σώσουν. Αργότερα έμαθα και να διασκεδάζω με αυτόν τον τρόπο. Σπούδασα Μηχανικός Παραγωγής & Διοίκησης στα Χανιά. Από την ίδια σχολή πήρα και το Μάστερ. Κατέληξα μητέρα δυο πανέρμορφων παιδιών να δηλώνω μόνιμη κάτοικος Χανίων. Τί καταλάβατε τώρα για μένα; Θα μπορούσα σε μια παράγραφο να με χωρέσω ολόκληρη; Ποτέ και δεν φταίνε γι' αυτό οι φυσικές διαστάσεις μου! Ισως κάπου μέσα από τις λέξεις να συναντηθούμε, να γνωριστούμε στο μέρος που εμείς δημιουργούμε. Ίσως...
Διαζύγιο… μέχρι θανάτου!
Ευτυχώς που υπάρχουν και τα παιδιά και κανείς δεν κοιτάει πια στα μάτια τον άλλο, μια και στην καλύτερη των περιπτώσεων η προσοχή σας είναι συνεχώς πάνω τους. Τα καημένα! Έτσι ούτε εσύ έχεις σαλτάρει στον άλλο κόσμο, ούτε εκείνος βέβαια έχει πάρει χαμπάρι ότι τον ανέχεσαι ακόμη. Ούτε να το υποψιαστεί δηλαδή αφού θεωρεί τον εαυτό του τουλάχιστον θείο δώρο στη ζωή σου. Για διαζύγιο φυσικά, ούτε λόγος! Δικός σου ή δικός του ή του ευρύτερου περιβάλλοντος.
Το περιβάλλον. Μια ζωή να θέλει να διατηρήσει την υπάρχουσα κατάσταση. Οι άνθρωποι που το απαρτίζουν: Πεθερικά, γονείς, κουμπάροι, φίλοι, ξαδέρφια τρίτου βαθμού και άνω, μα προπαντός οι γείτονες και οι συνάδελφοι! Δεν τους νοιάζει πόσο σκατά μπορεί να είναι η ζωή κάποιου. Όχι, τους καίει να μην διαταραχθούν οι κοινωνικές ισορροπίες, να μην βρεθούν σε διλήμματα του τύπου ποιος έχει δίκιο, εγώ ποιον θα υποστηρίξω, κλπ. Άσε που μπορεί να ξυπνήσουν οι ορέξεις και στον δικό μου ή στην δικιά μου, σκέφτονται. Άσε που τώρα αποδεσμεύεται ο άλλος και μπορεί να μιλήσει για όποια παράνομη ερωτική ιστορία έχει συμβεί τα τελευταία δέκα χρόνια! Να υπερηφανεύεται κι εσύ να πρέπει να το βουλώνεις και να ρουφάς το αυγό σου, είτε ως μπούλης που δεν τόλμησε να κερατώσει τη γυναίκα του κι ας είναι ακόμη υγρό το πουλί σου από την αμαρτία που βυθίστηκες μόλις πριν μια ώρα όταν άλλαζες το καζανάκι στην χήρα του επάνω ορόφου, είτε ως χαμηλοβλεπούσα κι ας έπαθε ο κώλος σου κρυοπαγήματα αφού το μοναδικό αθέατο σημείο για οργιώδες σεξ με τον μπρατσαρά χασάπη ήταν μέσα στο ψυγείο κρεάτων! Κι ο άλλος να βγάζει τα άπλυτά του στη φόρα και να τα κουνάει ως νέο λάβαρο επανάστασης! Του σπας τον τσαμπουκά ή δεν του τον σπας; Βεβαίως και με επιχείρημα! Όχι φίλε μου να μας την βγεις και από πάνω, εκεί στο λάκκο με τα φίδια, όπως όλοι μας!
Κι αρχίζουν όλοι να ξερνούν το ένα επιχείρημα μετά το άλλο με κορωνίδα της αντιπολίτευσης εκείνο το «για χάρη των παιδιών». Λες και τα παιδιά έχουν καταδικαστεί ισόβια σε μια ήρεμη ατμόσφαιρα, με έναν ισορροπημένο και δημιουργικό γονέα, τρυφερό μαζί τους στον χρόνο που διαθέτει, χωρίς να αμφισβητούν την αγάπη και την αποδοχή. Όχι πρέπει να πάρουν χάρη από μια τέτοια καταδίκη! Πρέπει να συνεχίσουν να βλέπουν ανικανοποίητους ανθρώπους γύρω τους, γεμάτους απάθεια και αδράνεια. Συμβιβασμένους του κερατά σε ότι τους νεκρώνει, ανέραστους και ανήμπορους να τολμήσουν να πάρουν ένα ρίσκο για κάτι καλύτερο. Δημόσιοι υπάλληλοι εν γάμου κοινωνία! Πρωτοβουλία μηδέν και μοναδικό όνειρο η αλλαγή νομοσχεδίου ώστε η σύνταξη να δοθεί στα 45 και όχι στα 65.
Και αν είσαι άντρας πάει στα κομμάτια. Σου λένε… Καλά μαλάκας είσαι να χάσεις την παραδουλεύτρα, την γκουβερνάντα και το κορμί διαθέσιμο όποτε γουστάρεις εκτόνωση των ορμών σου κι αντί να τραβάς μια μαλακία να την χώνεις σε ένα ζεστό και ολοζώντανο μουνί; Γιατί για σκέψου το λιγάκι. Μπορεί να σου κάθισε η χήρα, αλλά σαν εσένα είναι κι άλλοι. Ούτε την έχεις μεγαλύτερη από όλους τους αρσενικούς της γειτονιάς, ούτε η αντοχή σου ξεπερνά εκείνη του μέσου έλληνα εραστή. Άσε που όταν είσαι παντρεμένος η άλλη ξέρει ότι δεν θα είναι ποτέ εκείνη που θα σε πλύνει, θα σε ταΐσει, θα σε δει αξύριστο και με τις τσίμπλες στα μάτια. Έχεις άλλη αίγλη, πώς να το κάνουμε. Δεν είσαι και ο πεινάλας που της την πέφτει για να φάει, αλλά γιατί χορτάτος γαρ την ποθείς επειδή είναι κάτι λιγότερο από θεογκόμενα! Και την «πίτα» ολόκληρη (σίγουρα η σύζυγος μοιάζει στις διαστάσεις!) και το «σκυλί» με τις δικτυωτές κάλτσες και τα λεοπαρδαλί εσώρουχα του ισογείου χορτάτο!
Αν είσαι όμως γυναίκα ή έστω αν τη θυμίζεις ακόμη τότε τι γίνεται; Κανένας δεν ακούει τα κρατς κρουτς της πίτας που σπάει σε κομμάτια, το ένα μετά το άλλο, μέχρι να διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη!
Κρατς πρώτο.
Όταν δεν περιμένεις τον άλλον να σε φτύσει γιατί έχεις προ πολλού φτύσει η ίδια τον εαυτό σου. Τι εννοώ; Για ξεσκόνισε και κανένα καθρέφτη χρυσή μου μήπως και το ξεσκονόπανό σου ρουφήξει την παντελή αδιαφορία για τον εαυτό σου και την γυναικεία σου υπόσταση.
Μαλλιά που η μπογιά τους ξέφτισε και οι άσπρες τρίχες έχουν κάνει την εμφάνισή τους σε ένα καταπληκτικό καραμοντέρνο λουκ: ριγέ ασπρόμαυρο στη βάση και καστανόξανθο στις άκρες. Γιατί μήπως οι άλλες που τα βάφουν μοβ είναι καλύτερες; Εσύ οπαδός του κυβισμού και λάτρης του Πικάσο το αποδεικνύεις έμπρακτα και κατακέφαλα! Μόνο που το καλλίγραμμο φρικιό της γειτονιάς με τη μοβ κώμη έχει και μάτσινγκ εσώρουχα ενώ τα δικά σου κάτι αξιοθρήνητα της τριούμφ. Μήπως και η μάνα σου φορά την ίδια μάρκα; Σου λέει τίποτα αυτό, όχι;
Λες εσύ «Θα πάω στο κομμωτήριο». Ο άλλος ρωτάει «γιατί;». Εσύ αποσβολώνεσαι και παραλίγο η ομελέτα να εκτιναχθεί στα ίδια ύψη με την απορία σου «δεν σε είχα και για τέτοιο σαβουρογάμη αγόρι μου!» και πέφτει εκείνος πιο πολύ στα μάτια σου από ότι το είδωλό σου στον καθρέφτη. Κι ενώ το είδωλο διορθώνεται οι εντυπώσεις μένουν. Μένουν και τα σημάδια της ομελέτας στο ταβάνι καθότι η φιλιπινέζα ουκρανέζικης καταγωγής δεν φτάνει στο ταβάνι ούτε με πιρουέτες στην κορυφή της σκάλας.
Ακολουθεί το κρουτς.
Μετά την αρχική ευαισθητοποίηση των αισθητήρων της οράσεως το παρακάνεις κι εσύ κοιτώντας ατρόμητη στα πόδια σου. Τι βλέπεις; Ας αφήσουμε τις ραγάδες στους γλουτούς από τις δύο εγκυμοσύνες, ας προσπεράσουμε την κυτταρίτιδα που φτάνει στα γόνατα και ας σταθούμε… στις τρίχες! Τόσο μεγάλες που πλέκονται άνετα πλεξουδάκια και πετώντας τα από το παράθυρο ως σύγχρονη Ραπουνζέλ τον πετυχαίνεις τον καλό σου στο δόξα πατρί και τον αφήνεις στον τόπο! Αλλά βέβαια ποιος ο λόγος να υποστείς το μαρτύριο της αποτρίχωσης; Για ξανασκέψου το όμως. Σήμερα υπάρχουν τα ασανσέρ για τους αγύμναστους πρίγκιπες του παραμυθιού. Αλλά εσύ επιμένεις! Γιατί να υποφέρεις; Για να χαρεί «ποιος;», που δεν αφήνεις πλέον ούτε τη φαντασίωση να σου θυμίσει πως είσαι γυναίκα και όχι ένα ακόμη αντικείμενο πολλαπλών χρήσεων μέσα σε αυτό το «σπίτι».
Είπα σπίτι; Άλλο ένα κρατς.
Φυσικά και αυτό στο οποίο ζεις δεν είναι αυτό που ονειρευόσουν. Δεν είχες το κουράγιο να ζητήσεις να στο φτιάξουν όπως το ήθελες. Η μαμά και ο μπαμπάς ένιψαν τας χείρας τους και έκλεισαν τα πορτοφόλια τους μετά το γάμο και ότι ιμάτια πήρατε από αυτούς, πήρατε! Ο συμπαθής γαμπρός απεφάνθη μετά από επίπονη οικονομοτεχνική ανάλυση «γιατί να πετάμε λεφτά για το σπίτι, εφόσον το νοικιάζουμε;» Φυσικά και δεν είπε στα «χι» χρόνια θα είμαστε στο δικό μας σπίτι και στα «ψι» θα έχεις χώρο για εκείνη την κουνιστή πολυθρόνα που τόσο θέλεις, όχι για να νανουρίσεις τα μωρά γιατί έτσι όπως το υπολογίζω στείρα θα είναι τότε η μήτρα σου, αλλά για να πλέκεις ζιπουνάκια για τα αγνώστου πατρός εγγονάκια σου. Δεν είναι άξεστος ο άνθρωπος, διαθέτει και λίγο τακτ! Ούτε βέβαια στάθηκες άξια να κερδίσεις μόνη σου ένα σεβαστό ποσό ώστε να το πετάξεις και να το κατασπαταλήσεις εκεί που εσύ θέλεις, έτσι, γιατί ακόμη και τα ζώα χτίζουν με επιμέλεια τα καταφύγιά τους. Κρίμα στο πτυχίο σου! Μπήκες στο ταμείο της νοικοκυράς, το μοναδικό που δεν δίνει κάρτα ανεργίας! Εθελοντική άμισθη εργασία σου λένε. Υπέρ της προστασίας του έλληνα συζύγου. Όχι ότι είναι και κανένα είδος προς εξαφάνιση, αλλά τι να κάνεις; Κρέμεσαι από τα αρχίδια του άντρα σου και για ένα βρακί ακόμη. Ξεφτίλα! Να ζεις σε ένα σπίτι δανεικό πότε καταφύγιο και πότε φυλακή. Καταφύγιο όταν αποσύρεσαι εσύ, φυλακή όταν σε αποσύρουν οι άλλοι.
Για να δούμε πόσα κρατς κρουτς αντέχεις! Τώρα είμαστε στο κρουτς της απομόνωσης.
Κοινωνική ζωή δεν μπορούν να έχουν οι κατάδικοι είναι σε όλους γνωστό, ιδιαίτερα όταν τιμωρούνται και με απομόνωση γιατί τους έπεσε το φαγητό στα μούτρα του φύλακα-δεσμώτη: Απομόνωση λοιπόν στο καταφύγιο ή φυλακή -εξαρτάται από τις διαθέσεις. Γιατί μανάρι μου σε αυτά τα χάλια, με τις πιτζάμες να μην ξεχωρίζουν από την επιδερμίδα σου πια και τα μαλλιά συνεχώς αχτένιστα, ποιόν να δεχθείς στο σπίτι σου; Και άντε και έρχεται κάποιος. Νομίζεις ότι τα παιδιά θα σε αφήσουν να καθίσεις πάνω από πέντε λεπτά να συγκεντρωθείς στον καφέ σου ή στη φίλη σου, χωρίς να σηκωθείς, είτε για να τα ξεσκατώσεις, είτε για να τα βοηθήσεις να κατεβάσουν από το πατάρι το τάδε παιχνίδι που έχουν να το παίξουν από πέρσι τα Χριστούγεννα, ή για να τους βάλεις να φάνε εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή, που άλλες φορές τα κυνηγάς ισορροπώντας το φαΐ στο κουτάλι μέσα σε όλο το σπίτι, αλλά τώρα είναι πεινασμένα τα καημένα σαν να επέστρεψαν μόλις από δωδεκάμηνη παραμονή στην Αιθιοπία; Ποιος θα έρθει και θα περάσει ευχάριστα αν σε βλέπει να τα δέρνεις για να μη κάνουν ζημιές, για να πάνε να παίξουν στο δωμάτιό τους και να σε αφήσουν ήσυχη να παίξεις κι εσύ, αν σε ακούει να αναμασάς συνεχώς την ίδια ατάκα «δε βλέπεις ότι μιλάω, γιατί με διακόπτεις;» Και πάει και το ανέκδοτο που έλεγες με το «τί έχει μέσα στο βρακάκι του ο Κορκολής;» έπεσε στο κενό και έλιωσε και το αυγουλάκι με την Κίντερ Έκπληξη! Μόνο οι σαδιστές και η γκόμενα του συζύγου θα απολάμβανε τέτοιο θέαμα.
Έτσι η κοινωνική ζωή λαμβάνει χώρα μέσα από τις καλωδιώσεις του τηλεφώνου ή του υπολογιστή. «Χάθηκες!» σου λέει η άλλη στο τηλέφωνο, «έχεις μέρες να φανείς.» συμπληρώνει. Λες και μόνο εσύ πρέπει να κουβαλιέσαι στο σπίτι του άλλου σέρνοντας μαζί και τα κουτσούβελα για να πιεις ένα καφέ και να βγάλεις τα εσώψυχά σου στη φόρα. Κι άντε αποφασίζεις να το κάνεις, λες θα δραπετεύσεις. Ωραία. Οι δραπέτες όμως καλή μου δεν κάνουν βούκινο τις προθέσεις τους. Αφήνουν τους άλλους να το ανακαλύψουν όταν αυτοί θα την έχουν κάνει επιτυχώς. Εσύ όμως όχι! Εκεί, να του δώσεις λογαριασμό! Είναι να μην σου πει μετά ο άλλος «Σ’ αυτήν βρήκες να πας για καφέ; Ελπίζω να συγκρατηθείς γιατί η καρακουτσουμπόλα δεν κρατάει το στόμα της κλειστό!» Κι εσύ πας μια, πας δυο, κοιτάς την διακόσμηση, τη μοκέτα, μιλάς για τον καιρό πόσο πολύ σε μελαγχολεί, ρίχνεις και κανένα δάκρυ γιατί για άλλα κλαίει η ψυχή σου αλλά το φίμωτρο που σου βάζουν όχι για να μη δαγκώσεις αλλά για να μη μιλήσεις και βγάλεις τις ντροπές προς τα έξω, οι άλλοι δεν μπορούν να το δουν και απορούν και λένε την καημένη είναι στρεσαρισμένη. Κι εσύ παίρνεις τον οίκτο τους και αποσύρεσαι...
Στον επόμενο τόνο τα κρατς έχουν γίνει τρία ενώ τα κρουτς παραμένουν σταθερά δύο.
«Εσύ παιδί μου χρειάζεσαι εξωτερική βοήθεια!» σου λέει η γειτόνισσα προσφέροντάς σου με τον τούρκικο κι ένα κουτί χαρτομάντιλα με τόσο οίκτο στη φωνή και στην αυγοκομμένη φάτσα που σου ‘ρχεται να την σκοτώσεις με την γόβα στιλέτο που φοράει ακόμη και μέσα στο σπίτι. Αυτή βέβαια δεν τρέχει πίσω από έναν άντρα αλλά το αντίθετο θα έλεγες. Ούτε και σέρνει δύο μούλικα ακόμη και στην τουαλέτα για να μην πάθουν τίποτα αν μείνουν δύο λεπτά (όσο κρατά ένα κατούρημα) χωρίς επίβλεψη! Μετά την ανάγνωση του φλιτζανιού και την προειδοποίηση για την είσοδο του τεκνού στη ζωή σου σε τρία τέρμινα, σου προτείνει μια ψυχαναλύτρια γνωστή, καλή, εχέμυθη. Τι να της πεις; Ότι ένας καλός φίλος αξίζει όσο δέκα ψυχίατροι και τζάμπα; Όχι δε λυπάσαι τα λεφτά. Λυπάσαι τον εαυτό σου, την κατάντια σου. Μα η ζωή, εκεί, σκληρή, αδυσώπητη, σου άρπαξε το όνειρο και μπροστά στα έκπληκτα παιδικά σου μάτια το τσαλάκωσε, το έφαγε και ύστερα το έχεσε μέσα στα χέρια σου. Κι εσύ έμεινες να κοιτάς αθώα γιατί δεν ήξερες ακόμη αηδία τι θα πει, σαν τα μωρά που δεν σιχαίνονται τα σκατά τους... Μόνο που σκέφτεσαι πως δεν είσαι πια παιδί και τότε νιώθεις όλη την αηδία, σαπουνίζεις με μανία τα χέρια σου και λες πρέπει να την δω οπωσδήποτε αυτή την ψυχαναλύτρια. Μπας και μου δώσει πίσω τη ζωή που μου τάξανε...
Κρουτς και τρίζει συθέμελα η υπόστασή σου.
Μαζί σου θρυμματίζεται και η αίσθηση του χρόνου. Γίνεται μπισκοτάκι που μασουλάς πίνοντας τον καφέ σου ματαιοπονώντας να μείνεις ξύπνια. Είτε είναι πρωί, μεσημέρι, απόγευμα, βράδυ εσύ θέλεις πάντα να κοιμηθείς, να κοιμηθείς ώρες, μέρες, εβδομάδες. Ύστερα η αίσθηση της συνέχειας του χρόνου αφανίζεται, μαζί της πάει και ο συνειρμός. Αρχίζεις μια πρόταση και το τέλος της χάνεται στα βάθη του μυαλού σου. Κοιτάς απεγνωσμένα να βρεις το τέλος του τούνελ αλλά τίποτα, μένεις πεισματικά στο απόλυτο κενό και μουρμουρίζεις «τι ήθελα να πω;». Κι όλα αυτά τόσο φυσιολογικά ενσταλλάζονται στην καθημερινότητά σου που ο άλλος ή δεν το παίρνει ειλικρινά χαμπάρι ή το παίζει για να αποποιηθεί τις ευθύνες, για να κλάψει σα καλός σύζυγος στην κηδεία σου. Το βρίσιμο θα έρθει αργότερα, πολύ πριν κρυώσουν τα κόλλυβα του πρώτου μνημόσυνου και αφού θα έχει εξασκηθεί αρκετά στους δύο ρόλους όπως κι εσύ τόσο καιρό: του πατέρα και της μητέρας, δύο σε συσκευασία του ενός! Χαμογελάς ηδονικά στη σκέψη αυτή και λες θα πει ότι τον εκδικήθηκα, έτσι όπως το έλεγε πάντα όταν έκανα ή μαλλον δεν έκανα κάτι πολύ συγκεκριμένο για ’κείνον.
Κρατς κρουτς κρατς. Όχι άλλο. Δεν έμειναν παρά ψίχουλα! Ως γνωστόν όμως η ελπίδα πεθαίνει πάντα τελευταία και τα ευχάριστα νέα για σένα είναι ότι υπάρχουν ακόμη τα περιθώρια. Δεν χρειάζεται να πεθάνεις για να τον εκδικηθείς. Μπορείς κάλλιστα να φτάσεις στο διαζύγιο… μέχρι θανάτου! Του δικού του! Κι αν όχι κυριολεκτικού, τουλάχιστον θα έχεις θάψει για πάντα τον ανδρικό εγωισμό του και το όνειρό του για κείνο το εξοχικό στην Ύδρα.
Αυτός που είπε ότι η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται πάντα κρύο, έχει μείνει δεκαετίες πίσω. Τώρα ζούμε στην εποχή των φαστ φουντ ή ταχυφαγείων. Επιβάλλεται λοιπόν να είναι γρήγορο, ζεστό, προσιτό στον μέσο έλληνα και επαναλαμβανόμενο.
Σε περίπτωση που έχεις ακόμη αμφιβολίες ή διστάζεις σκέψου και τούτο. Αποτελείς πρότυπο για τον γιο σου. Όλοι οι ψυχαναλυτές που σέβονται το πορτοφόλι του πελάτη τους το διαβεβαιώνουν. Θέλεις να έχει ο κανακάρης σου δίπλα του μια γυναίκα που δεν θα τρέφει καμιά εκτίμηση για τον σύζυγό της, που δεν θα τον σέβεται, που δεν θα τον αγαπά αλλά θα εκπορνεύεται για ένα κομμάτι ψωμί ή στην καλύτερη περίπτωση για ένα αυθεντικό συνολάκι της Μαξ Μάρα; Πριν λοιπόν αρπάξεις το γιόκα σου παραμάσχαλα για να του εξηγήσεις πέρα από αλμυρό φιστίκι τι θα πει ξεκινάω μια νέα ζωή, αν δεν θέλεις εκτός από το σάλιο σου να νιώσεις και το δικό του πάνω στα μούτρα σου σε μερικά χρόνια, μεθόδευσε τα βήματά σου! Δεν αξίζει μάτια μου να χάνεις ούτε δευτερόλεπτο γιατί το κερδίζει κάποιος άλλος σε βάρος σου! Μπορείς από ανοργασμική, βιασμένη νοικοκυρά να γίνεις μια σύντροφος ανεξάρτητη, εργαζόμενη, γεμάτη πάθος και δίψα για ζωή. Μα πρώτα…
Βούτηξε την πιστωτική του κάρτα. Μάθε το πιστωτικό του όριο και ικανοποίησε τα καταναλωτικά σου ένστικτα. Δεν μπορεί να μην έχεις, άνθρωπος είσαι κι εσύ! Σάρωσε τις βιτρίνες και τα περιεχόμενά τους. Αγόρασε βαλίτσες και τακτοποίησε όμορφα τα λάφυρα μέσα τους. Με μηδέν προκαταβολή και 1522 δόσεις αγόρασε ένα σπορ γκάμπριο διθέσιο, φουλάρισε, βούτα τον περιπτερά και βουρ για Κυανή Ακτή.
Όταν ο σύζυγος θα είναι με τα σωληνάκια στη μύτη και στις αρτηρίες, μετά τα απανωτά εμφράγματα και εγκεφαλικά, εσύ θα πολεμάς γενναία την κυτταρίτιδα με ασκήσεις αεροβικής γυμναστικής στο κρεβάτι, στο πάτωμα και στο ταβάνι ακόμη, της σουίτας ξενοδοχείου εννιά αστέρων. Το παράσημο για την εξολόθρευση του τελευταίου ίχνους δέρματος πορτοκαλιού, τιμής ένεκεν, κάρφωσέ το στο πουλί του περιπτερά. Γιατί ποιος θα τον πιστέψει όταν θα τον γυρίσει με χειροπέδες στα χέρια η Ιντερπόλ, ότι αυτός ο σύζυγος, ο πατέρας τεσσάρων παιδιών, ο ανάπηρος πολέμου, ο δεξιός ψάλτης ήταν και ο πρώτος γαμιάς για ένα φεγγάρι στη μεσόγειο! Ούτε ο ίδιος!
Αν πάλι όλα αυτά σου φαίνονται υπερβολικά ωραία αλλά δεν είναι για σένα, τότε διδάξου από εκείνον. Ότι δεν μπορείς να το καταστρέψεις, μιμήσου το, πριν σε καταστρέψει εκείνο. Έχε εσύ την πίτα ολόκληρη (βλέπε ένα σύζυγο που κατουρά κατά προσέγγιση μέσα στην λεκάνη της τουαλέτας εφόσον η κοιλίτσα του κρύβει την τσουτσού) και το τεκνό του γυμναστηρίου της γωνίας χορτάτο.
Πες ότι αρρώστησε κάποια μακρινή συγγενής. Εν ανάγκη ανάστησε την κατάκοιτη αδερφή της γυναίκας του γαμπρού του παππού σου, δήλωσε εν μέσω δακρύων ότι πρέπει να της συμπαρασταθείς, τονίζοντας ότι είσαι η μοναδική κληρονόμος. Πακετάρισε και εξαφανίσου στα Άγραφα, όπου δεν πιάνει ούτε το κινητό. Εσύ βέβαια θα το αναφέρεις κάπως «… ίσως να μην έχει σήμα…» λυγμός, «μάτια μου…», ρούφηγμα μύτης, και άφησέ τον να νταντεύει τα δύο παιδιά για ένα μήνα!
Πριν φύγεις όμως ξέρασε όλες τις ανησυχίες σου στο «σκυλί» του ισογείου. Ίσως ανακαλύψεις ότι έχετε πολλά κοινά. Τον ίδιο κομμωτή για παράδειγμα. Ή ότι φοράτε το ίδιο νούμερο παπούτσι και… ναι, τα κατάφερες, μετά από σκληρή δίαιτα και γυμναστική φοράτε και το ίδιο νούμερο σλιπάκι! Επιπλέον έχετε μοιραστεί τον ίδιο άντρα. Τον δικό σου! Ίσως ανακαλύψεις ότι ο αγαπημένος σου της την έπεσε πέρσι μετά τη συνέλευση της πολυκατοικίας λίγο πριν τα Χριστούγεννα, ότι το κάνανε στο ασανσέρ, αυτός έχυσε μέσα σε τρία λεπτά και αφού επαναλήφθηκε το ίδιο σκηνικό τρεις φορές του έδωσε εκτός από τα παπούτσια και τα υπόλοιπα προφυλακτικά της συσκευασίας στο χέρι, γιατί απλούστατα δεν ήταν εκείνη που τον είχε φορτωθεί μπροστά σε παπά ή με μάρτυρα τον δήμαρχο για το υπόλοιπο της ζωής της! Ίσως έτσι να πεις δεν άξιζε τελικά και να επιδοθείς σε εξομολογήσεις για τις επιδόσεις του τεκνού στο γυμναστήριο, φτάνοντας στην υπέρτατη δικαίωση να της δανείσεις (αν και δεν θα το συνιστούσα) τις υπέροχες γόβες στιλέτο που αγόρασες τελευταία με την πιστωτική του.
Και τώρα το μεγάλο φινάλε. Το κοινό έχει κατακλύσει τη σκηνή γιατί αρνείται να παραμείνει αμέτοχο στο δράμα που εκτυλίσσεται μπροστά του. Κι εγώ αφού επιβάλλω την ησυχία σε ρωτάω, ως καθωσπρέπει τηλεπαρουσιαστής: Τι θα πάρεις την κουΐντα Νο1, την κουΐντα Νο2 ή … το Ζονγκ;
Σε περίπτωση που διαλέξεις την κουΐντα Νο1 το κοινό στρέφει το κεφάλι αριστερά και απολαμβάνει…
Εσένα κάπου στα Άγραφα. Γλυκιά τσελιγκοπούλα, νέα, χήρα, χτυπημένη από την μοίρα, την πτώση του χρηματιστηρίου και τα βόλια του Κίτσου. Αναστενάζεις στην θύμηση του Λάμπη, του μακαρίτη άντρα σου. Υφαίνεις στον αργαλειό και κάπου κάπου κάνεις γουάπ και μέσα από το κινητό σου έχεις σε ρίαλ τάιμ τις τιμές των μετοχών που σε ενδιαφέρουν: Εριοβιομηχανία Αγράφων και Γαλακτοβιομηχανία Γραμμένων. Πουλάς κοινή Αγράφων (ΑΓΡΑΦΚ) και αγοράζεις Γραμμένα προνομιούχα (ΓΡΑΜΠ). Ακούγεται ένα κλέφτικο σφύριγμα και πετάγεσαι στο παραθύρι. Από κάτω είναι ο Κίτσος, το πρωτοπαλίκαρο της τοπικής ΑΕΛΔΕ. Μουγκανίζει η μηχανή κάτω απ’ τα σκέλια του. Μ’ ένα σάλτο βρίσκεσαι καβάλα πίσω του και χάνεστε μέσα στην οργιώδη βλάστηση των βουνών. Αναστενάζουν οι ρεματιές, βογκούνε οι ραχούλες και την ώρα που ο Κίτσος ξεσπαθώνει φωνάζοντας «ρευστοποιώωωωω…» πέφτει η κουΐντα Νο1.
Αν πάλι η κουΐντα Νο2 τραβήξει την προσοχή σου τότε, όλοι με ρυθμό, εμπρός, κλίνατε κεφαλή επί δεξιά!
Είμαστε δύο χρόνια μετά, στην είσοδο της πολυκατοικίας. Το «σκυλί» του ισογείου έχει μεταλλαχθεί σε κλώσα που με παπούτσι παντοφλέ και μαλλί φριζέ λαχανί σπρώχνει ένα καρότσι με τρία ροδοκόκκινα πανομοιότυπα μωρά. Πίσω της ακολουθεί ασθμαίνοντας ο πρώην σύζυγός σου κουβαλώντας, εκτός από την κοιλιά του, πέντε οικονομικές συσκευασίες πάμπερς, τρεις κούτες με γάλατα πρώτης βρεφικής ηλικίας Νουνού, χρωμοσαμπουάν Κριστάλ Κολόρ σε μαύρο για ‘κείνον και σε λαχανί για ‘κείνη, και όλα τα υπόλοιπα που διατηρούν μια οικογένεια ενωμένη και ευτυχισμένη γιατί μόλις επιστρέφουν όλοι απ’ τον Βερόπουλο.
Εσύ κατεβαίνεις τις σκάλες με τις ολοκαίνουργιες γόβες στιλέτο -πρώτα βλέπουμε αυτές και μετά σταδιακά αποκαλύπτεσαι εσύ, ντυμένη στο Σανέλ ταγιεράκι σου, κλωτσάς μια μπάλα που τυχαία βρέθηκε εκεί, σακατεύεις το δεξί αρχίδι του πρώην σου, και αγέρωχη κατευθύνεσαι προς την υπηρεσιακή μερσεντές της εταιρείας «σύμβουλοι εγχειρημάτων υψηλού κινδύνου» που έχει αφήσει όνομα στην αγορά. Το τζάμι του αυτοκινήτου σηκώνεται αργά κρύβοντας το υπέροχο πρόσωπό μιας γυναίκας που ξέρει τι θέλει κα πώς να το αποκτά, και πριν γυρίσουν οι δυο τους το πρόσωπο στο κοινό, η κουΐντα καταπλακώνει τα τρίδυμα.
Δεν ξέρω για σένα, αλλά τελικά εγώ από το διαζύγιο προτιμώ το γέλιο μέχρι θανάτου, γι’ αυτό και κυνηγώ το Ζονγκ πίσω και μπροστά από τις κουΐντες, μπας και προλάβω και γλιτώσω από τα δόντια του τα χειρόγραφά μου! Όχι ότι αξίζουν τίποτα το φοβερό, αλλά φοβάμαι μη του κάτσουν στο στομάχι του καημένου, γιατί δεν είναι καθόλου ευκολοχώνευτα! Σε περίπτωση που έχεις αντίθετη άποψη, ότι σου χρειάζεται, είναι ένας καλός δικηγόρος και σκληρές ικανότητες διαπραγμάτευσης! Καλή επιτυχία κι εγώ μαζί σου.
Το τέταρτο και τελευταίο κλικ είναι οι καταστροφικές τάσεις που για να τελειώσει το παραμύθι της ζωής δεν τους λείπει παρά μόνο το «αυτό» από μπροστά. Θυμάσαι ένα ένα όλα τα παράπονα που σου έχει κάνει, με όλα όσα σε τυράννησε και χαμογελάς σαρδόνια… Πόσες φορές δεν έραβες κουμπιά τη μαύρη νύχτα γιατί έπρεπε να πάρει το τάδε πουκάμισο στο ταξίδι και δεν είχε κουμπί! Και βλέπεις τον εαυτό σου με ένα τεράστιο ψαλίδι να ψαλιδίζει τα κουμπιά από όλα τα πουκάμισα, τα εσώρουχα τα καινούργια που σου έκανε παρατήρηση γιατί θα τα φορούσες ενώ δεν θα ήσουν μαζί του, όλα τα γράμματα που του έγραψες γιατί δεν αντέχεις να διαβάζεις τα ίδια παράπονα χρόνο με το χρόνο, να κομματιάσεις σε λουρίδες τα όνειρά σου για να πάψουν να σε βασανίζουν…
Κι ύστερα να αρχίσεις να πετάς από το μπαλκόνι κάτω ότι κυκλοφορεί αδέσποτο στο χώρο είτε γιατί δεν είναι στη θέση του , είτε γιατί όπως ισχυρίζεται δεν υπάρχει θέση για να μπει! Τι να του πεις; Πέτα τα παλιά για να γίνει χώρος για τα καινούργια ή δημιούργησε χώρο; Θα πάω το παιχνίδι στο υπόγειο σου λέει. Μένει το παιχνίδι έξω από την πόρτα ένα μήνα. Θα πάω το φωτιστικό για φτιάξιμο λέει. Κάνει και αυτό παρέα στο παιχνίδι και δε σε αφήνουν να κοιμηθείς τη νύχτα από τις συζητήσεις που αναπτύσσουν μέχρι νεωτέρου προορισμού! Τα πετάς στα σκουπίδια κύριε πρόεδρε ή δεν τα πετάς είναι η ερώτηση. Άσε μην απαντάς την ξέρω την απάντηση. Κι ύστερα ξεχειλίζεις ξαφνικά και δεν προλαβαίνεις να κάνεις τίποτα πια. Θέλεις απλά να μπήξεις το ψαλίδι στις φλέβες για να δεις συντριβάνι το αίμα να πετάγεται. Να ανακουφιστείς, να ησυχάσεις, να νικηθείς… Γιατί δεν μπορείς να γεμίζεις άλλο τα δικά του κενά στη ζωή σου. Αυτό οφείλει να το κάνει μοναχός του… Αμ δε είναι η απάντηση και αμ δε που θα σου κάτσω είναι η δική σου! Πώς πολεμάς την τρέλα; Μα με την τρέλα φυσικά, θέλει και ερώτηση;